Θέατρο Μουσική

Μίκης Θεοδωράκης: Είμαι από τη γενιά των όρθιων

Για τον “ατίθασο ελληνικό λαό” μίλησε ο Μίκης Θεοδωράκης, που “αν και δεν έχει μετοχές στην κοιλιά και την τσέπη”, όπως είπε, “όταν ήρθε ο Ντάισελμπλουμ και συναντήθηκε με τον Γιάνη Βαρουφάκη” ο ίδιος χαιρέτισε

την “περήφανη στάση απέναντί του”, δηλώνοντας πως “αισθάνθηκε ωραίος ως Έλλην. Αλλωστε αυτή η περηφάνια είναι και η διαφορά μας με τους άλλους λαούς”.

Με λόγο χειμαρρώδη, γοητευτικά αφηγηματικό, ακριβή και παιγνιώδη, σαρκαστικός και αυτοσαρκαστικός όσο ποτέ και σε μεγάλα κέφια, ο Μίκης κατάφερε να συγκινήσει το ακροατήριο, που τον χειροκρότησε δυνατά και σε διάρκεια, τελειώνοντας τη μακρά αφήγησή του για “Το τραγούδι του νεκρού αδελφού”, αλλά κυρίως για τη βιωμένη σύγχρονη νεοελληνική ιστορία, τον εμφύλιο, την εξορία, την οικογένεια, τον πατέρα και τη μάνα του, τη μουσική και τον θάνατο!

“Πόσες φορές έχω χορέψει με τον χάρο και τον έχω νικήσει! Ε, δεν θα με νικήσει και αυτός; Μπορώ να παλέψω ακόμα μαζί του, αλλά για ποιο λόγο; Έχω ζήσει όλες τις χαρές και όλες τις πίκρες του κόσμου” είπε κλείνοντας τη μακρά αφήγηση για το έργο του που γίνεται παράσταση από τον Θανάση Παπαγεωργίου στις 18 Μαρτίου στο Θέατρο Badminton τιμώντας τα ενενήντα χρόνια του συνθέτη.

TRAGOUDI_01-1024x681

“Το εγχείρημα είναι πολύ κρίσιμο”, διευκρίνισε ο Μίκης Θεοδωράκης για την παράσταση, “καθώς ο κόσμος χρειάζεται κουράγιο και πρέπει πάντα να προχωράμε και πάντα να διακινδυνεύουμε. Ο λαός πιστεύει έναν ενενηντάχρονο ζωντανό” σημείωσε προκαλώντας το χειροκρότημα.

Γραμμένο αρχικά το 1961 σε εποχές μεγάλης ένδειας στο Παρίσι, όπου όπως είπε “τα παιδιά δεν είχαν ούτε γάλα, μέσα σε ένα αχούρι, γράφτηκε όπως και όλα τα άλλα έργα με τη νοσταλγία της Ελλάδας. Πήρα τον ελληνικό μύθο του Οιδίποδα από τη μια και τον εμφύλιο από την άλλη και έκανα το ‘Τραγούδι του νεκρού αδελφού’. Το έκανε μεγάλη επιτυχία το ’62 ο Μάνος Κατράκης με τον Μπιθικώτση στο τραγούδι. Όμως άρχισε το σαμποτάζ από τη Δεξιά, αλλά και η Αριστερά δεν ήθελε τη συμφιλίωση” συμπλήρωσε.

Εμπνευσμένο από τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό, το έργο περιλαμβάνει οκτώ λαϊκά τραγούδια σε μουσική και στίχους του συνθέτη (πλην ενός, τους στίχους του οποίου έγραψε ο Κώστας Βίρβος), αποτελώντας κάλεσμα σε εθνική ομοψυχία.

“Το ξεκινάω από το 1942-1943 που έπεσε το Στάλινγκραντ, η μεγάλη καμπή της ανθρωπότητας. Μετά τη Βάρκιζα αρχίσανε τα σκυψίματα και εμείς ζήσαμε όρθιοι. Είμαι από τη γενιά των όρθιων. Βάλε μια υπογραφή να σωθείς, μου είπε ο βασανιστής μου και όταν αρνήθηκα με ρώτησε γιατί. Γιατί είμαι Κρητικός, του είπα. Με έσωσε η μουσική μου, το μπόι μου και η κρητική γενιά μου”.

Θυμούμενος κατά τη διάρκεια της αφήγησης τη μεγαλειώδη και τρυφερή σχέση συνεργασίας και αγάπης με τον Μάνο Χατζιδάκι, ο Μίκης αποκάλυψε πως, όταν έφτασε να τον δει στο νοσοκομείο, ήδη νεκρό, η νοσοκόμα τον οδήγησε στη σορό με τα “μάτια ακόμα ανοιχτά”. “Εγώ του έκλεισα τα μάτια. Καλή αντάμωση του είπα και έφυγα” πρόσθεσε.

TRAGOUDI_3-1160x772

Πενήντα άτομα στη σκηνή

Πρόκειται για τη δεύτερη μεγάλη παράσταση με την οποία το Badminton γιορτάζει τα 90 χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη, με μια ανανεωμένη εκδοχή που επεξεργάστηκε ο ίδιος ο συνθέτης σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου που το πρωτοανέβασε το 1999.

«Το ‘Τραγούδι του νεκρού αδελφού’ δεν τραγουδιέται από εκείνους που αδιαφορούν για το τραγικό παρελθόν της χώρας, δεν τραγουδιέται από εκείνους που έχασαν τη μνήμη τους γυρίζοντας την πλάτη στον εφιάλτη που έζησε η πατρίδα. Τραγουδιέται μόνο από εκείνους που εύχονται να μην υπάρξει άλλος αλληλοσπαραγμός» δήλωσε ο Θανάσης Παπαγεωργίου.

Η παράσταση ανεβαίνει μ’ έναν θίασο πενήντα ηθοποιών, τραγουδιστών, χορευτών και μουσικών και τους βασικούς ρόλους ερμηνεύουν η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Νίκος Αρβανίτης, ο Χρήστος Πλαΐνης, η Εύα Καμινάρη, η Στέλλα Γκίκα και ο Χρήστος Κάλλοου. Τα Λυρικά ερμηνεύουν ο Κώστας Θωμαΐδης, η Καλιόπη Βέτα και η Μπέτυ Χαρλαύτη συνοδευόμενοι από μία κιθάρα και ένα ακορντεόν σε μία νέα ενορχήστρωση του Γιάννη Μπελώνη. Στον ρόλο του Λαϊκού Τραγουδιστή ο Κώστας Μακεδόνας. Μαζί τους η Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης.

Μάνια Ζούση

Πηγή: Αυγή