Θέατρο

Γιώργος Μακρής: «Αχ, αυτό το φεγγάρι!»

Ντυμένος με το λευκό κοστούμι του, όμορφος, μαγεμένος και αλαφροΐσκιωτος, όνειρο και αερικό, εντυπωσιάζει καθώς στροβιλίζεται διαρκώς στη σκηνή, ως δαίμονας ή άγγελος, νεκρός που ξαναζωντάνεψε, η στοιχειό της φύσης, μπορεί και φεγγάρι που έγινε άνθρωπος και κατέβηκε στη γη.

Ο ηθοποιός Γιώργος Μακρής, νεκρός ποιητής, φύλακας άγγελος των ηρώων του, διακριτικός παρατηρητής στις ζωές και τις πράξεις τους, σπαρακτικός, όταν γυμνός και ανυπεράσπιστος ουρλιάζει στη σκηνή μπροστά στους δολοφόνους του, στην παράσταση “Ματωμένος Γάμος“σε σκηνοθεσία Βασίλη Ανδρέου, μιλά στο artplay.gr.

– Το πέρασμά σου από την σκηνή, χωρίς να είναι ρόλος και χαρακτήρας, καταφέρνει να μένει στη μνήμη του θεατή για την φιγούρα, αλλά και το ερώτημα τι πραγματικά είσαι. Για μένα ήσουν σαφέστατα ο Λόρκα, για άλλους το φεγγάρι, για άλλους ο θάνατος ή οι σκοτωμένοι νεκροί. Τι από όλα αυτά είσαι;

« Τι να πω ; Το κείμενο γράφει ότι είμαι το φεγγάρι, το έργο το έγραψε ο Λόρκα, ο κάθε ήρωας, που δρα μαζί μου, έχει θρηνήσει ανθρώπους και έχει δημιουργήσει καινούριους. Μήπως είμαι ο νεκρός γιος της μάνας; Ο νεκρός πατέρας του γαμπρού; Το αγέννητο παιδί της γυναικάς του Λεονάρντο; Το άλογο του Λεονάρντο; Η αγνότητα της νύφης; Η γη του πατερά της ; Το όνειρο της δούλας; Και ας υποθέσουμε ότι για αυτούς είμαι όλα αυτά! Για μένα τι είμαι;

Είμαι ένας καλλιτέχνης-συγγραφέας; Είμαι ένας εγωιστής θεός της ελληνικής μυθολογίας που σκορπά φόβο και εκδίκηση ή ένα μωρό που τρέχει να βρει μια αγκαλιά να ζεσταθεί; Όταν κοιτώ τον ουρανό, τα βράδια, βρίσκω απάντηση για όλα αυτά. Αλλά, όταν κατεβάζω το βλέμμα μου μπερδεύομαι, γαμώτο».

– Τι σε απασχόλησε ή τι σε φόβισε στην μελέτη και την προσέγγιση αυτού του μη ρόλου, που είναι και δεν είναι, μοιάζει με όνειρο και με φαντασία. Τι στοιχεία χρησιμοποίησες για να το ζωντανέψεις στην σκηνή;

«Αυτό που με βασάνισε εννέα μήνες είναι γιατί αυτός; Γιατί αυτός εκεί; Γιατί αυτός εκεί σήμερα; Στις πρόβες δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξεις, ένιωθα συνεχώς ένα βαρύ πράγμα στο σβέρκο μου. Πίστευα ότι δεν μπορούσα να επηρεάσω ούτε τον ίδιο μου τον εαυτό. Πως θα μπορούσα να επηρεάσω τους υπόλοιπους; Και να! Εκεί βρισκόταν το μυστικό! Είναι αυτό που με εξανθρώπισε, που με έκανε ίσο με τους άλλους. Ήμουν και εγώ θνητός. Ήταν πια οκτώ οι ταύροι στην αρένα».

– Μπορείς να μας διηγηθείς μια αγαπημένη σου σκηνή από το έργο, αλλά και μια σκηνή από πρόβα που εμείς ως θεατές δεν γνωρίζουμε;

«Η αγαπημένη μου σκηνή είναι η πρώτη! Γιατί κάθομαι μαζί με το κοινό και την παρακολουθούμε παρεούλα! Και πάντα ξαφνιάζομαι, χαμογελώ και κλαίω μαζί τους. Όσον αφορά μια σκηνή από πρόβα διαλέγω τη σκηνή που κόσμος είναι στο θέατρο, και εμείς οι εννέα(μαζί με τον μουσικό μας) χωμένοι σε ένα στενό δωμάτιο, να αναπνέουμε όλοι μαζί και να χαμογελάμε νευρικά λες και κρατάμε βαθιά, μέσα μας, ένα μυστικό που θέλουμε πως και πώς να το φωνάξουμε. Και μετά σκοτάδι. Ένα λευκό δωμάτιο. Μια μάνα. Ένας γαμπρός. Ένα μαχαίρι. Και η ζωή συνεχίζεται…….Aχ αυτό το φεγγάρι!”

Μάνια Ζούση