Θέατρο

Ένα έργο της Λένας Κιτσοπούλου περί ματαιότητας

Με τον παιγνιώδη και σαρκαστικό τρόπο παρουσίασης ενός μακροσκελούς τίτλου, που θα μπορούσε να ήταν η αρχή μιας παραγράφου, η Λένα Κιτσοπούλου αφορίζει και ξορκίζει ταυτόχρονα αυτό που θα ακολουθήσει: Το ίδιο το έργο και όσα

αυτό  καταδεικνύει. Την «ανουσιότητα του να ζεις».

Το ενημερωτικό σημείωμα πληροφορεί πως πρόκειται για «Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ…μια βαρεμάρα, μια ματαιότητα, μια σήψη, που οχυρώνεται πίσω από ανώδυνες κουβέντες. Για να περάσει η ώρα. Για να ξεχαστούμε. Για να μην νιώσουμε ένοχοι που η ζωή μας δεν μας ικανοποιεί».

Και αναρωτιόμαστε αν πρέπει να πάμε στο θέατρο για να δούμε ακόμη μια φορά τη ζωή μας. Στόχος της Κιτσοπούλου δεν υπήρξε ποτέ η αναπαράσταση. Χρησιμοποιώντας της ακρότητα μεγεθύνει την ανούσια ανθρώπινη καθημερινότητα, θέλοντας να μας ταράξει, να μας σοκάρει και να μας κάνει να αλλάξουμε ζωή!

 

_MG_9986

Λίγα λόγια για το έργο

 

Στην ουσία πρόκειται για ένα έργο για τη ματαιότητα. Ένα κείμενο πολύ καθημερινό, που δεν έχει τίποτα φιλοσοφικό. Δεν έχει τίποτα ουσιώδες – είναι μαζεμένες όλες οι ανούσιες κουβέντες που κάνουμε στον καναπέ μας (με τις οποίες πωρωνόμαστε κιόλας), από συνταγές μαγειρικής μέχρι τις ειδήσεις της τηλεόρασης. Αυτό, που μιλάμε στο τηλέφωνο χωρίς να λέμε τίποτα. Ένα πράγμα τόσο καθημερινό, τόσο οικείο σε όλους, που όμως μέσα από την εμμονική του δομή καταντάει άρρωστο. Ένα κείμενο βασισμένο σε τόσο κλισέ κουβέντες, που κατά τη διάρκεια των διαλόγων οι θεατές θέλουν να μπουν μέσα και να συμμετέχουν με τη γνώμη τους, να διαφωνήσουν, να συμφωνήσουν, να επαινέσουν ή να αρπαχτούν.

 

_MG_9981

Μια βαρεμάρα, μια ματαιότητα, μια σήψη, που οχυρώνεται πίσω από ανώδυνες κουβέντες. Για να περάσει η ώρα. Για να ξεχαστούμε. Για να μην νιώσουμε ένοχοι που η ζωή μας δεν μας ικανοποιεί. Ένα έργο για την εποχή μας, για το «τώρα», που πια δεν έχουν τα πράγματα νόημα, που πια δεν περιμένουμε και πολλές εκπλήξεις. Τόσο ζωντανό, που αν το πάρει κάποιος να το παίξει σε έναν χρόνο θα μπορούσε σε σημεία να λέει άλλα λόγια. Φυσικά, υπάρχουν σκηνοθετικές εγκοπές, παραλληρήματα κειμενικά, κατά τα οποία παρεμβάλλονται κάποια πράγματα πολύ τραγικά, ή τραγικά κωμικά ,δράσεις ή σιωπές απόγνωσης, κάποια ξεσπάσματα των ηρώων πολύ τρελά- αλλά στο πλαίσιο πάλι μιας τρέλας πολύ κλισέ, σαν να προσπαθούμε μέσα από κλισέ και γελοίες αφορμές να τσακωθούμε, να τα σπάσουμε, μόνο και μόνο για να μην βγει αυτό το κοιμισμένο τέρας από μέσα μας, που δεν είναι άλλο από τον βαθύ πόνο της ύπαρξής μας. Παθαίνουμε αμόκ και καταλαμβανόμαστε από οργή, σε μια ύστατη προσπάθεια να δραπετεύσουμε από τους ίδιους μας τους εαυτούς.

_MG_9978

 

Κείμενο – Σκηνοθεσία: Λένα Κιτσοπούλοου

Σκηνικά – Κοστούμια: Ναταλία Λάτση

Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος

Μουσική επιμέλεια: ο Θίασος

Α’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Άννα Νικολάου

Β’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Χρήστος Χριστόπουλος

Γ’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Ιωάννα Μαυρέα

Δ’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Τζένια Κονταράτου

Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου

 

Παίζουν: Γιάννης Κότσιφας, Λένα Κιτσοπούλου κ.ά.

 

_MG_9976

 

Πρεμιέρα Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2015

 

13 Φεβρουαρίου – 5 Απριλίου

Ημέρες & ώρες παραστάσεων:

Σάββατο & Παρασκευή 9.15, Κυριακή 19.00, Δευτέρα 20.00 / Διάρκεια: 80΄

Δευτέρα γενική είσοδος 10 ευρώ

 

Μάνια Ζούση